Dictionary of Greek. 2013.
ἰσχαδωνῶν — ἰσχαδώνης buyer of figs masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεκατώνης — δεκατώνης, ο (Α) ο ενοικιαστής τού φόρου τής δεκάτης. [ΕΤΥΜΟΛ. < δεκάτη + ώνης < ωνούμαι «αγοράζω» (πρβλ. ισχαδώνης, σιτώνης)] … Dictionary of Greek